14 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Οι άθλιοι

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Les misérables


Η υπόθεση
Στην Γαλλία των αρχών του 19ου αιώνα, ο Γιάννης Αγιάννης (Hugh Jackman) καταδικάζεται για την κλοπή ενός καρβελιού ψωμί. Όταν ελευθερώνεται με αναστολή, επειδή κανένας δεν του δίνει την ευκαιρία να ζήσει μια αξιοπρεπή ζωή, σκίζει τα χαρτιά του, διαγράφοντας τον εγκληματία Γιάννη Αγιάννη και καταφέρνει ν' ανέλθει κοινωνικά, φτάνοντας μετά από χρόνια να κατακτήσει το αξίωμα του δημάρχου. Έχοντας την ανάγκη να βοηθά όσους τον χρειάζονται, ο Γιάννης Αγιάννης θα γνωρίσει την Φαντίν (Anne Hathaway), μια γυναίκα που αναγκάζεται να καταφύγει στην πορνεία για να μπορέσει να ζήσει την κόρη της, Κοζέτ (Isabelle Allen, Amanda Seyfried) και λίγο πριν ξεψυχήσει, θα της υποσχεθεί να βρει και ν' αναθρέψει την Κοζέτ ως δικό του παιδί, υπόσχεση που πραγματοποιεί. Καταδιωκόμενος όμως από τον αστυνόμο Ιαβέρη (Russell Crowe), ο οποίος αναγνωρίζει στο πρόσωπο του δημάρχου τον κατάδικο 24601, θ' αναγκαστεί να ζήσει σαν κυνηγημένος την υπόλοιπη ζωή του, γνωρίζοντας και βοηθώντας συνεχώς ανθρώπους που τον έχουν ανάγκη.

Η κριτική
"Οι άθλιοι" είναι ένα μυθιστόρημα που συγκαταλέγεται δικαίως στα καλύτερα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας. Φέροντας την υπογραφή ενός εξαίρετου συγγραφέα, του Victor Hugo, το κείμενο διέπεται από ρεαλισμό, οικουμενικότητα και διαχρονικότητα, κάτι που έχει συμβάλλει τα μέγιστα στην παγκόσμια αποδοχή του. Έτσι, το 1978 οι Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg μεταφέρουν επί σκηνής, σε μορφή musical, αυτό το αριστούργημα, σημειώνοντας τεράστια επιτυχία, γεγονός που κατέστησε την συγκεκριμένη παραγωγή μια από τις δημοφιλέστερες επιλογές για μια μελλοντική κινηματογραφική μεταφορά. Ο λόγος που η πραγματοποίηση αυτού του ονείρου άργησε τόσο πολύ, δεν είναι άλλος από την επιθυμία να μεταφερθεί όσο το δυνατόν πιο άρτια κι ορθά στο μεγάλο πανί. Εν έτει 2012 λοιπόν, το όνειρο υλοποιείται και μια κινηματο-θεατρική υπερπαραγωγή γεννιέται.
Οι ήρωες του έργου, όπως όλοι οι άνθρωποι, ταλαντεύονται ανάμεσα στο καλό και το κακό, πάσχουν, βοηθούν, εξαθλιώνονται και διεκδικούν ό,τι καλύτερο μπορούν με τα μέσα που τους δίνονται. Μέσα από μια πολυπρόσωπη ιστορία που εκτυλίσσεται σε μια περίοδο 20 ετών, παρουσιάζεται η συνεχής αποδόμηση της κοινωνίας και με την συνοδεία του Γιάννη Αγιάννη, ο θεατής θα συναναστραφεί διάφορους χαρακτήρες που αγωνίζονται για μια θέση στην ζωή.
Ως πρωταγωνιστή λοιπόν, γνωρίζουμε έναν άντρα που αναγκάζεται κάποια στιγμή στην ζωή του, για να θρέψει τον ανηψιό του, να παρανομήσει, κλέβοντας ένα καρβέλι ψωμί. Ο ήρωάς μας όμως συλλαμβάνεται, καταδικάζεται για την εγκληματική του πράξη και στιγματίζεται εφ' όρου ζωής από αυτήν. Στην προσπάθειά του να δραπετεύσει από αυτόν τον κλοιό που του στερεί την όποια ευκαιρία να ορθοποδήσει, σκίζει τα χαρτιά του, ξεγράφοντας από την ζωή τον λωποδύτη Γιάννη Αγιάννη και ξεκινά μια νέα αρχή, βοηθώντας τους συνανθρώπους του και φτάνοντας στο σημείο να εκλεγεί δήμαρχος. Ποτέ του όμως δεν ξεχνά την καταγωγή του και ποτέ δεν παύει να προσφέρει, γεγονός που τον καθιστά έναν από τους πιο εξαίρετους αντι-ήρωες όλων των εποχών.
Οι υπόλοιποι χαρακτήρες που γνωρίζουμε σταδιακά κι αναλύονται λιγότερο ή περισσότερο από τους κινηματογραφικούς δημιουργούς, ανταποκρίνονται με την σειρά τους στο ίδιο μοτίβο. Προσεκτικά επιλεγμένοι και κουβαλώντας ο καθένας στις πλάτες του ένα ξεχωριστό φορτίο, μοιάζουν οικείοι στον κινηματογραφικό θεατή, καθώς οι ελπίδες, οι προσπάθειες κι οι φόβοι του καθενός είναι πανομοιότυποι με τους δικούς μας, ωθώντας μας ν' ανασύρουμε απ' την μνήμη μας προσωπικά βιώματα και να μετέχουμε στην κάθε ξεχωριστή ιστορία.
Από σκηνοθετικής απόψεως, ο Tom Hooper έχει κάνει αριστουργηματική δουλειά, κατορθώνοντας ν' αποδώσει εξίσου καλά την λογοτεχνική, αλλά και την θεατρική ατμόσφαιρα, μέσα από μια κινηματογραφική ματιά. Η επιλογή των ηθοποιών που ενσαρκώνουν τους βασικούς, αλλά και τους δευτερεύοντες ρόλους επίσης, μοιάζει να είναι η καταλληλότερη που θα μπορούσε να γίνει, αφού εκτός του Hugh Jackman, ο οποίος έχει την ευκαιρία να ξεδιπλώσει το ταλέντο του, επιδεικνύοντας παράλληλα και τις φωνητικές του ικανότητες, καθ' όλη την διάρκεια της ταινίας, όλοι οι υπόλοιποι συγκλονίζουν με τις σύντομες ερμηνείες τους, μαγεύοντας και συγκινώντας το κοινό. Τέλος αξίζει ν' αναφέρει κανείς την υπέροχη μουσική προσαρμογή, αλλά και προσθήκη που έχει γίνει στο συγκεκριμένο κινηματογραφικό εγχείρημα.
Αν κι ομολογώ ότι σπανίως μαγεύομαι από μουσικο-χορευτικά δρώμενα, τόσο στον θεατρικό, όσο και στον κινηματογραφικό χώρο, "Οι άθλιοι" συγκαταλέγονται στα έργα που είναι αδύνατον να τα προσπεράσει κανείς, χαρακτηρίζοντάς τα κάτι λιγότερο από ονειρικά. Όντας δουλεμένοι, μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια σε όλους τους τομείς, "Οι άθλιοι" του Tom Hooper είναι ένα έργο που θα ξετρελάνει εξίσου τους λάτρεις των musicals, των κλασικών έργων αλλά και των υπερπαραγωγών.

Βαθμολογία: 4,5/5

Τα σχετικά
Βρετανικό μουσικο-χορευτικό δράμα του 2012, βασισμένο στο ομώνυμο θεατρικό των Alain Boublil και Claude-Michel Schönberg, το οποίο με τη σειρά του βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του Victor Hugo, σε σενάριο των William Nicholson, Alain Boublil, Claude-Michel Schönberg και Herbert Kretzmer και σκηνοθεσία του Tom Hooper, διάρκειας 158 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Hugh Jackman, Anne Hathaway, Russell Crowe, Amanda Seyfried, Eddie Redmayne, Helena Bonham Carter, Sacha Baron Cohen, Samantha Barks, Daniel Huttlestone, Aaron Tveit και Isabelle Allen.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Παράδεισος του έρωτα

Πρωτότυπος τίτλος: Paradies: Liebe
Αγγλικός τίτλος: Paradise: Love



Η υπόθεση
Η Teresa (Margarete Tiesel) είναι μια μεσήλικη γυναίκα από την Αυστρία, η οποία επισκέπτεται την Κένυα για διακοπές. Κατά την παραμονή της εκεί θα συναντήσει τον έρωτα στα πρόσωπα των νεαρών Αφρικανών που πολιορκούν τους τουρίστες στις παραλίες της Κένυας, προσπαθώντας να τους πουλήσουνε διάφορα μικροπράγματα κι αναζητούν λευκές ερωμένες, με αντάλλαγμα το χρήμα.

Η κριτική
Η πρώτη ταινία της τριλογίας του "Παραδείσου" που ετοιμάζεται να συμπληρώσει με δυο συνέχειες ο πολλά υποσχόμενος Αυστριακός σκηνοθέτης Ulrich Seidl, πραγματεύεται εδώ το θέμα του έρωτα. Ως κεντρικό πρόσωπο, γνωρίζουμε την Terassa, μια μοναχική 50χρονη γυναίκα, που δεν ανταποκρίνεται ούτε στο ελάχιστο στα διεθνή πρότυπα ομορφιάς. Με την απόφασή της να ταξιδέψει στην Κένυα, η ηρωίδα γίνεται η αφορμή να παρουσιαστεί το εναλλακτικό, αλλά πολύ διαδεδομένο στις αφρικανικές χώρες, είδος του σεξουαλικού τουρισμού.
Στην Κένυα, κατά μήκος των πανέμορφων παραλιών είναι πολύ συχνό φαινόμενο η παρουσία μικρο-εμπόρων, των λεγόμενων "beach boys", οι οποίοι εκτός από το να πουλούν την πραμάτεια τους, επιδιώκουν την σύναψη σχέσεων με διάφορες μεσήλικες Ευρωπαίες τουρίστριες, με αντάλλαγμα διάφορα δώρα ή χρηματικές απολαβές. Οι γυναίκες αυτές είναι γνωστές με την ονομασία "sugar mamas" κι εν μέρει εν αγνοία της, εν μέρει εν γνώση της, "sugar mama" θα γίνει κι η πρωταγωνίστρια.
Ξεκινώντας ο θεατής να παρακολουθεί το ιδιόμορφο αυτό φιλμ, το πρώτο πράγμα που παρατηρεί είναι η πολιτισμικά τριτοκοσμική κατάσταση που υπάρχει σ' έναν παραδεισένιο μορφολογικά τόπο. Άνθρωποι χωρίς καμία αξιοπρέπεια, που δέχονται να γίνουν σεξουαλικά αντικείμενα αποκρουστικών γυναικών, που υπομένουν τον εξευτελισμό χωρίς να λένε κουβέντα, που προσπαθούν με ψέματα να εξασφαλίσουν κάποιο χρηματικό ποσό και που θεωρούν τα λεφτά και τις ευρωπαϊκές χώρες ως την μοναδική ευκαιρία να βγουν απ' την μιζέρια που είναι υποχρεωμένοι να ζουν.
Στα μάτια των ανθρώπων αυτών λοιπόν, ο έρωτας των μεσήλικων γυναικών προς το πρόσωπό τους αποτελεί με άλλα λόγια το εισιτήριό τους για τον παράδεισο κι αντίστοιχα, η αναζωογόνηση που προσφέρει ο έρωτάς τους στις λευκές τουρίστριες λειτουργεί θαυματουργά στην ψυχολογία τους. Όντας όμως σχέσεις άκρως επιφανειακές κι απέχοντας πολύ από το αγνό, ειλικρινές κι ουσιαστικό συναίσθημα του πραγματικού έρωτα, είναι καταδικασμένες ν' αποτύχουν. Βλέποντας λοιπόν, τον συμβιβασμό και την ανοχή και των δυο πλευρών, γεννάται στον θεατή ένα αίσθημα λύπησης προς άπαντες τους ήρωες.
Προσπαθώντας προφανώς, να θίξει ένα κοινωνικό φαινόμενο, απαράδεκτο κατά την προσωπική μου άποψη, ο Ulrich Seidl, δημιουργεί μια ταινία που βρίσκεται στα όρια του ντοκιμαντέρ και των ταινιών μυθοπλασίας. Έχοντας μια ενδιαφέρουσα βάση που έχει την δυνατότητα να εξελιχθεί σ' ένα εξίσου ενδιαφέρον έργο, ο "Παράδεισος του έρωτα" αποτυγχάνει ως πείραμα, καθώς παρά τις ρεαλιστικές ερμηνείες και την σπάνια θεματική του, αναλώνεται στην αναπαραγωγή μιας σειράς επεισοδίων που καταλήγουν στο ίδιο αποτέλεσμα.
Χωρίς να προσφέρει λοιπόν, κάτι παραπάνω από την απλή προβολή μιας άγνωστης σ' εμάς και συνάμα θλιβερής κατάστασης κι επειδή θεωρώ προτιμότερη την άμεση κι ειλικρινή προσέγγιση τέτοιων κοινωνικών θεμάτων με την μορφή ντοκιμαντέρ, θα έλεγα ότι αποτελεί μια ευκαιρία για το σινεφίλ κοινό να γνωρίσει μια άλλη πλευρά του τουρισμού στις τριτοκοσμικές χώρες.

Βαθμολογία: 1,5/5

Τα σχετικά
Αυστριανό δράμα του 2012, σε σενάριο των Ulrich Seidl και Veronika Franz και σκηνοθεσία του Ulrich Seidl, διάρκειας 120 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Margarete Tiesel, Peter και Kazungu.

Οι σύνδεσμοι

(2013) Μη μου χαλάς τη μέρα

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The last stand


Η υπόθεση
Στο Sommerton της Arizona, ο Ray Owens (Arnold Schwarzenegger) απολαμβάνει την ήσυχη ζωή που του προσφέρει η θέση του σερίφη της μικρής επαρχιακής πόλης. Την ημέρα που βρίσκεται σε άδεια όμως, ο Gabriel Cortez (Eduardo Noriega), ένας Μεξικανός μεγαλέμπορος ναρκωτικών, δραπετεύει από τη φυλακή και κατευθύνεται προς την πόλη του Ray, με σκοπό να διασχίσει τα σύνορα και να επιστρέψει στην χώρα του. Ο Ray ως πιστός υπηρέτης του νόμου όμως, είναι αποφασισμένος να εμποδίσει τον Cortez να διαφύγει μια για πάντα απ' τις αρχές.

Η κριτική
Ο Arnold Schwarzenegger είναι ένα από τα μεγαλύτερα είδωλα των ταινιών δράσης της δεκαετίας του 1980, έχοντας όμως αγγίξει τα 65 χρόνια, είναι αδύνατον να συνεχίσει να ερμηνεύει πειστικά τον χαρακτήρα του αήττητου "εξολοθρευτή". Έτσι οι ρόλοι που προτιμά τα τελευταία χρόνια είναι περισσότερο στα μέτρα ενός συνταξιοδοτημένου υπερ-ήρωα, πράγμα που αν μη τι άλλο, τον θαυμάζεις-δεν τον θαυμάζεις, σε κάνει να τον σεβαστείς.
Επιλέγοντας λοιπόν να ερμηνεύσει έναν σερίφη μιας ήσυχης πόλης στα σύνορα του Mexico, o Schwarzenegger ενσαρκώνει έναν χαρακτήρα πολύ οικείο, καθώς όπως κι εκείνος, ο ήρωας που υποδύεται είχε βιώσει στα νιάτα του την ένταση των μεγάλων πόλεων κι έχει αποσυρθεί κατά μια έννοια με δική του πρωτοβουλία. Έχοντας συμμετάσχει στην ομάδα της δίωξης ναρκωτικών κι έχοντας χάσει πολλούς συνεργάτες, είναι φυσιολογικό να χρειάζεται πλέον μια ηρεμία στην ζωή του, όμως το ένδοξο παρελθόν του, παρόλα τα χρόνια που έχουν περάσει, τον βοηθά ν' αντεπεξέλθει στις απαιτητικές καταστάσεις.
Σε ρόλο κακού τώρα, θα συναντήσουμε τον Eduardo Noriega, ο οποίος εκτός από βαθύπλουτος άρχοντας των ναρκωτικών, αποδεικνύεται και άπιαστος οδηγός αγωνιστικών αυτοκινήτων. Έτσι, διαφεύγοντας με μια Corvette ZR1, ο διαβολικός Cortez καταφέρνει να προσπεράσει με τεράστια ευκολία όλα τα μπλόκα των αμερικάνικων αρχών, πλησιάζοντας όλο και περισσότερο στον στόχο του και μοιάζοντας αδύνατον να εγκλωβιστεί και να επανασυλληφθεί, παρόλο που το F.B.I. τον καταδιώκει μανιωδώς.
Αν και για ταινία καταδίωξης, μιλάμε για κάτι αρκετά προβλέψιμο, αξίζει να σταθούμε στο γεγονός της τοποθέτησης της δράσης στη συνοριακή περιοχή των Η.Π.Α., κάτι που θυμίζει κάπως παλαιότερα western, αλλά και στις διάφορες κωμικές σοφίες που ξεστομίζουν οι ήρωες και κάνουν, μαζί με τις σκηνές βίας, την ταινία διασκεδαστική. Άλλωστε, οι ταινίες αυτού του είδους, όταν σέβονται τον θεατή τους παρουσιάζοντάς του κάτι αληθοφανές, αποσκοπούν στην διασκέδαση κι όχι στην ψυχαγωγία.
Αν λοιπόν ανήκετε στο κοινό που εκτιμά τις καλές παραγωγές των περιπετειών δράσης και δεν ψάχνετε για κάτι πρωτότυπο, το "Μη μου χαλάς τη μέρα" αποτελεί μια ικανοποιητική επιλογή.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2013, βασισμένη σε ιστορία του Andrew Knauer, σε σενάριο των Andrew Knauer, Jeffrey Nachmanoff και George Nolfi και σκηνοθεσία του Jee-woon Kim, διάρκειας 107 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Arnold Schwarzenegger, Forest Whitaker, Jaimie Alexander, Eduardo Noriega και Luis Guzmán.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

7 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Ο κυνηγημένος

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: The expatriate


Η υπόθεση
Ο Ben Logan (Aaron Eckhart) είναι ένας πρώην κατάσκοπος της C.I.A. που ζει κι εργάζεται μόνιμα, στην πρωτεύουσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το Βέλγιο. Ένα πρωί, πηγαίνοντας στα γραφεία της εταιρείας όπου έχει προσληφθεί ως ειδικός στα συστημάτα ασφαλείας, θ' ανακαλύψει ότι ο όροφος έχει αδειάσει, όλα τα στοιχεία που αιτιολογούν την παραμονή του στην χώρα έχουν διαγραφεί κι όλοι του οι συνάδελφοι έχουν δολοφονηθεί. Στην προσπάθειά του να σώσει την ζωή του, αλλά και την 15χρονη κόρη του Amy (Liana Liberato), θα βρεθεί κυνηγημένος από τις μυστικές υπηρεσίες να προσπαθεί ν' ανακαλύψει τον λόγο που κάποιοι τον θέλουν νεκρό, με μόνη βοήθεια αυτή της νεαρής κόρης του, η οποία αγνοεί το παρελθόν του πατέρα της.

Η κριτική
Ο Aaron Eckhart πρωταγωνιστεί σε μια αμερικάνικη περιπέτεια που αναπαράγει το γνωστό μοτίβο του τετραπέρατου πρώην πράκτορα της C.I.A. που, για χάρη της οικογένειάς του, έχει εγκαταλείψει την υπηρεσία, βρίσκεται στο ξεκίνημα μιας νέας αρχής κι άθελά του μπαίνει στο στόχαστρο μιας διεθνούς συνωμοσίας. Ως συνέπεια αυτού, η ζωή του διαγράφεται, ο ήρωάς μας βρίσκεται μόνος σε μια ξένη πόλη να προσπαθεί ν' ανακαλύψει την άκρη του νήματος κι η συνέχεια είναι λίγο-πολύ αναμενόμενη.
Φυσικά, από την πλοκή δεν θα μπορούσε να λείπει και το στοιχείο της οικογένειας, που κάνει τον πρωταγωνιστή να μοιάζει περισσότερο οικείος στον μέσο θεατή. Ο χαρακτήρας της κόρης λοιπόν, που συνεχώς κατακρίνει την συμπεριφορά του πατέρα της και τον συγκρίνει με την μητέρα της για να τον χαρακτηρίσει ανίκανο ως κηδεμόνα, έχει αυτόν τον ρόλο. Κανείς βέβαια δεν μπορεί να την κατηγορήσει για τον τρόπο που αντιδρά, δεδομένου ότι είναι έφηβη κι αγνοεί πολλές σημαντικές λεπτομέρειες για τους λόγους που ο Ben έχει κάνει ορισμένες επιλογές στην ζωή του, συμπεριλαμβανομένης και της απόφασής του να εγκαταλείψει την οικογένειά του. Παρόλη όμως την αντιπαλότητα που υπάρχει ανάμεσα στους δυο τους, ο δεσμός πατέρα και κόρης, υπερισχύει, αναγκάζοντάς τους να λύσουν τις διαφορές τους για να καταφέρουν να επιβιώσουν. Το γεγονός βέβαια ότι η νεαρή Amy είναι αίμα ενός ικανότατου άντρα, θα την αναδείξει στον τέλειο σύμμαχο.
Αφήνοντας όμως στην άκρη τα στοιχεία αυτά που κάνουν την ταινία να μοιάζει προβλέψιμη, αξίζει ν' αναφέρουμε την συμμετοχή της Olga Kurylenko σε ρόλο-κλειδί. Ενσαρκώνοντας μια πράκτορα της C.I.A. που έχει βοηθήσει έναν ισχυρό άντρα ν' αποκτήσει κάποια απόρρητα έγγραφα της υπηρεσίας κι έχοντας παράλληλα συνάψει στο παρελθόν δεσμό με τον πρωταγωνιστή, ο χαρακτήρας της είναι αμφιλεγόμενος, προσδίδοντας το στοιχεία της ανατροπής.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον όμως, παρουσιάζει το γεγονός ότι οι δυο πρωταγωνιστές φυγαδεύονται από μια ομάδα παράνομων μεταναστών, κάτι που δίνει άλλη διάσταση στην υπόσταση του έργου. Όταν οι κυνηγημένοι λαθρομετανάστες, προσφέρουν προστασία σε δυο λευκούς Αμερικανούς στην πρωτεύουσα της Ευρώπης, τότε το έργο λαμβάνει νοήματα πολιτικά και κοινωνικά που το μεταφέρουν σε ένα ανώτερο επίπεδο από αυτό μιας κοινής περιπέτειας δράσης.
Αν λοιπόν σας αρέσουν οι καλογυρισμένες περιπέτειες δράσης και δεν σας ενοχλεί η ύπαρξη κάποιων κλισέ σ' αυτές, αποτελεί μια συμπαθητική επιλογή για την έξοδό σας.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικη περιπέτεια δράσης του 2012, σε σενάριου του Arash Amel και σκηνοθεσία του Philipp Stölzl, διάρκειας 100 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Aaron Eckhart, Liana Liberato, Olga Kurylenko και Neil Napier.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

6 Φεβρουαρίου 2013

(2011) Φιλιά εις τα παιδιά

Πρωτότυπος τίτλος: Φιλιά εις τα παιδιά
Αγγλικός τίτλος: Children in hiding


Η υπόθεση
H Ροζίνα, ο Σήφης, η Ευτυχία, η Σέλλυ κι ο Μάριος αφηγούνται στην κάμερα πώς βίωσαν, ως παιδιά εβραϊκής καταγωγής, την γερμανική κατοχή στην Ελλάδα. Πέντε ξεχωριστές ιστορίες από πέντε πολύ διαφορετικές οικογένειες Εβραίων του ελλαδικού χώρου, αναπτύσσονται μπροστά στην κάμερα, δίνοντας στον θεατή την ευκαιρία να γνωρίσει μια πολύ διαφορετική πραγματικότητα από αυτήν που περιγράφεται στα βιβλία ιστορίας.

Η κριτική
Η γερμανική κατοχή και τ' ολοκαύτωμα αποτελούν ίσως το χειρότερο και πιο ντροπιαστικό κομμάτι της σύγχρονης ευρωπαϊκής ιστορίας. Τα γεγονότα στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι ιστορίες των επιζησάντων και τα ντοκουμέντα που έχουν διασωθεί, βρίθουν από φρικαλεότητα του ανθρώπου ενάντια στον συνάνθρωπό του και το θέμα έχει δώσει αφορμή για τη δημιουργία χιλιάδων έργων τέχνης που γνωστοποιούν στο ευρύ κοινό και στις επόμενες γενιές, τις λεπτομέρειες από την μαύρη αυτή σελίδα της ιστορίας.
Ένα από αυτά τα καλλιτεχνικά δημιουργήματα λοιπόν, θα μπορούσε να είναι κι αυτό το ντοκιμαντέρ του Βασίλη Λουλέ. Η διαφορά του όμως με τα άλλα έργα τέχνης που αναφέρονται στην συγκεκριμένη περίοδο, είναι πως ο Λουλές εδώ δεν εστιάζει στην καταγραφή των γεγονότων, αλλά στον τρόπο με τον οποίο αντιλήφθηκαν κι επηρεάστηκαν από αυτά τα παιδιά, δημιουργώντας έτσι ένα φιλμ πιο ανθρωποκεντρικό κι ειλικρινές από τα περισσότερα. Όπως λέει άλλωστε κι ο σοφός ελληνικός λαός: "Από μικρό κι από τρελό μαθαίνεις την αλήθεια".
Έτσι λοιπόν τα πέντε πρόσωπα που θα γνωρίσουμε και που θα μοιραστούν μαζί μας τις αναμνήσεις τους για την καταστροφή και τον διαμελισμό ενός ολόκληρου έθνους, θα μας εξιστορήσουν με αθωότητα και παιδική αφέλεια την καταπίεση, την απότομη ενηλικίωση, τις συνεχείς μετακινήσεις και τον συνεχόμενο χαμό συγγενικών προσώπων που βίωσαν, κάνοντάς μας να μετέχουμε ενεργά στο δράμα τους, αφού από ένα σημείο κι έπειτα παύουν να είναι ξένοι και μας κάνουν να νιώσουμε οικεία, σαν να είναι η γιαγιά κι ο παππούς και να βρισκόμαστε στα πόδια τους, ν' ακούμε ιστορίες από τα παλιά, ιστορίες της οικογένειάς μας που μας αφορούν.
Σιγά-σιγά τα διάφορα αντικείμενα, οι χώροι, τα παιχνίδια και τα πρόσωπα που μας παρουσιάζονται, αποκτούν μια διάσταση ηθική, που διαπλάθει τον χαρακτήρα, επαναφέρει χαμένες αξίες και πίστη στο ανθρώπινο είδος. Οικογένειες χριστιανών με κίνδυνο της ζωής τους, προστάτεψαν οικογένειες Εβραίων, γονείς θυσίασαν τους γονείς τους για να σώσουν την επόμενη γενιά, ξένοι γίνονται θείοι και θείες, παραμάνες γίνονται μάνα και πατέρας κι ένα σημείωμα που κλείνει με την φράση "Φιλιά εις τα παιδιά" είναι ό,τι έχει απομείνει από ένα αγαπημένο πρόσωπο.
Παρουσιάζοντας λοιπόν τα γεγονότα από μια διαφορετική οπτική, ο Βασίλης Λουλές καταφέρνει με αμεσότητα και σχετική ουδετερότητα να πλέξει περίτεχνα τα ντοκουμέντα, τις μαρτυρίες και το προσωπικό στοιχείο και να δημιουργήσει ένα εγκώμιο στην ανθρωπιά και στο πολυτιμότερο αγαθό, την ζωή. Προτείνεται στο κοινό που αναζητά τα καλογυρισμένα και ουσιαστικά ντοκιμαντέρ.

Βαθμολογία: 4/5

Τα σχετικά
Ελληνικό ντοκιμαντέρ του 2011, σε σενάριο και σκηνοθεσία του Βασίλη Λουλέ, διάρκειας 115 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Ροζίνα, Σήφη, Ευτυχία, Σέλλυ και Μάριο.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

(2012) Τα μυθικά πλάσματα του Νότου

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Beasts of the southern wild


Η υπόθεση
Η 6χρονη Hushpuppy (Quvenzhané Wallis) ζει μαζί με τον πατέρα της, Wink (Dwight Henry), στο Bathtub, ένα μέρος στην άκρη του κόσμου που χωρίζεται με τείχος από τον πολιτισμό. Οι κάτοικοι του Bathtub ζουν ελεύθεροι και γιορτάζουν την κάθε μέρα τους, περιμένοντας την καταστροφή του κόσμου από μια επερχόμενη καταιγίδα. Όταν μια καταιγίδα πλήττει το Bathtub, αναγκάζοντας τους διασωθέντες να κάνουν ό,τι περνά από το χέρι τους για να επιζήσουν, ο Wink θα διδάξει την κόρη του πώς να επιβιώνει όταν εκείνος θα πάψει να βρίσκεται κοντά της κι η Hushpuppy θα περιπλανηθεί για να βρει και να φέρει στον πατέρα της κάτι που θα τον κάνει να φύγει ευτυχισμένος.

Η κριτική
Οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές οι πρώτες ταινίες, τόσο των μεγάλων όσο και των ανερχόμενων κινηματογραφιστών, σπανίως μου κεντρίζουν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον. Σίγουρα είναι κάτι φρέσκο, κάτι διαφορετικό και κάτι που αξίζει προσοχής, αλλά πάντα άνηκα στην κατηγορία αυτών που τους αρέσει να βλέπουν ότι το καθετί σ' ένα έργο εξυπηρετεί κάποιον σκοπό κι ως γνωστόν, για να επιτευχθεί μια καλή δόμηση χρειάζεται πείρα.
Βέβαια σ' αυτόν τον γενικότερο κανόνα, υπάρχουν κι οι εξαιρέσεις, όπως είναι "Τα μυθικά πλάσματα του Νότου". Η πρώτη ταινία μεγάλου μήκους του Benh Zeitlin, δείχνει από την αρχή της ότι γνωρίζει επακριβώς τί θέλει να παρουσιάσει στον θεατή της. Χωρίς λοιπόν ν' αφήσει κανένα λεπτό της να περάσει ανεκμετάλλευτο, εισάγει ήδη από τους τίτλους της το κοινό στην επιθυμητή ατμόσφαιρα. Το έργο δεν είναι μια ρεαλιστική απεικόνιση της πραγματικότητας, αλλά ούτε και καθαρά σουρεαλιστικό. Βλέποντας την πραγματικότητα μέσα απ' τα μάτια ενός εξάχρονου παιδιού, ακροβατεί ανάμεσα στο όνειρο και στην αληθινή ζωή και σε συνεπαίρνει σε μια θάλασσα μυθοπλασίας, φιλοσοφίας και δύναμης.
Παραπέμποντας σαφώς στις καταστροφές που προκάλεσε ο τυφώνας Katrina κατά το πέρασμά του από την Louisiana, ο Zeitlin πραγματοποιεί μια ταινία που παρουσιάζει την φύση ως ένα στοιχείο ανεξάρτητο, που είναι αδύνατον να χαλιναγωγηθεί ή να προβλεφθεί από τον άνθρωπο, αλλά που παράλληλα δεν παύει το ξέσπασμά της να εκφράζει και το ξέσπασμα μιας συναισθηματικής κατάστασης, κάνοντας τον άνθρωπο και τα φυσικά φαινόμενα να μοιάζουν αλληλένδετα κι αλληλοεξαρτώμενα.
Σ' αυτήν λοιπόν την κατάσταση όπου ο άνθρωπος παρουσιάζεται ως έρμαιο της φύσης, γνωρίζουμε ένα μικρό κορίτσι, που μαθαίνει απ' τον πατέρα της να συμπεριφέρεται ως αρχηγός, πρώτα του εαυτού της κι έπειτα ολόκληρου του κόσμου. Ο ρόλος της Hushpuppy μαγεύει τον θεατή, καθώς παρά το νεαρό της ηλικίας της, κρύβει απίστευτη εσωτερική δύναμη και ξέρει ότι κάποια μέρα τα παιδιά στα σχολεία θα μαθαίνουν ότι κάποτε εκείνη κι ο πατέρας της έζησαν στο Bathtub. Αυτή η σιγουριά που δείχνει αυτό το πλάσμα για το μέλλον, σε κάνει να αντιληφθείς με άλλο τρόπο τον σκουπιδότοπο που οι κάτοικοί του αποκαλούν παράδεισο.
Πλαισιωμένη από εξαίρετες ερμηνείες, η ταινία του ανερχόμενου Benh Zeitlin προκαλεί αίσθηση στο σινεφίλ κοινό, κερδίζοντας επάξια τέσσερις υποψηφιότητες στα φετινά βραβεία της αμερικάνικης ακαδημίας. Η επιλογή της κάμερας στο χέρι, μπορεί να χαλάει λίγο την ευφάνταστη φωτογραφία της, αλλά συνάδει άριστα με την πλοκή και τα νοήματα του έργου. Τέλος, η μουσική επένδυση δεν λειτουργεί συμπληρωματικά, αλλά προκαλεί το συναίσθημα και οδηγεί τον θεατή προς μια κατάσταση αποδοχής της. Βέβαια, αξίζει ν' αναφέρω ότι παρά την εντύπωση που προκαλεί η θέασή της, δεν συγκαταλέγεται στις ταινίες που θα σου μείνουν αξέχαστες. Προτείνεται λοιπόν, ως μια εναλλακτική επιλογή, στους σινεφίλ θεατές που κυνηγούν το πρωτότυπο και το διαφορετικό.

Βαθμολογία: 3,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο δράμα του 2012, βασισμένο σε θεατρικό της Lucy Alibar, σε σενάριο των Lucy Alibar και Benh Zeitlin και σκηνοθεσία του Benh Zeitlin, διάρκειας 93 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Quvenzhané Wallis, Dwight Henry, Levy Easterly και Gina Montana.

Οι σύνδεσμοι
Imdb 

4 Φεβρουαρίου 2013

(2012) Χίτσκοκ

Πρωτότυπος/Αγγλικός τίτλος: Hitchcock


Η υπόθεση
Έπειτα από την παραγωγή του "Στη σκιά των τεσσάρων γιγάντων", ο Alfred Hitchcock (Anthony Hopkins), αποφασισμένος ν' αποδείξει στους πάντες ότι δεν έχει έρθει ακόμα η ώρα του ν' αποσυρθεί, παίρνει ένα τεράστιο ρίσκο, αναλαμβάνοντας να μεταφέρει στην μεγάλη οθόνη ένα μυθιστόρημα δεύτερης διαλογής, το "Ψυχώ" του Robert Bloch. Υποθηκεύοντας το σπίτι του, ο Hitchcock καλύπτει το κόστος παραγωγής με δικά του χρήματα και με την υποστήριξη της γυναίκας του Alma Reville (Helen Mirren), κάνει ένα άλμα στο κενό, δημιουργώντας, ίσως, το σπουδαιότερο έργο της καριέρας του και παράλληλα ένα έργο σταθμό στην ιστορία του κινηματογράφου.

Η κριτική
Μετά από τα όσα έχουν γραφτεί και ειπωθεί για τον Alfred Hitchcock, όλοι γνωρίζουμε λίγα πράγματα γι' αυτή την εξέχουσα προσωπικότητα του κινηματογράφου. Το μόνο που αξίζει ν' αναφέρει κάποιος για τον μεγαλύτερο Βρετανό σκηνοθέτη στην ιστορία του κινηματογράφου, είναι ότι η ικανότητά του να διεισδύει στα άδυτα και να διαπερνά την ψυχή του θεατή, μπορεί να περιγραφεί με μια λέξη ως "μαγική" και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο έχει λάβει τον χαρακτηρισμό: "Ο μετρ του τρόμου". Συνδυάζοντας το κλασικό με το μοντέρνο και το εμπορικό με το ποιοτικό, ο σπουδαίος δημιουργός, τριάντα χρόνια μετά τον θάνατό του, δεν συγκαταλέγεται απλώς στην λίστα των "κλασικών" κινηματογραφιστών, αλλά αποτελεί φαινόμενο, αφού με το πέρασμα των χρόνων το κοινό του διευρύνεται συνεχώς, με την προσθήκη θαυμαστών από τις νεώτερες γενιές θεατών. Μεγαλειώδης, λιτός και περιεκτικός, ο Hitchcock ποτέ δεν έπαψε να προσφέρει απόλαυση μέσω του έργου που άφησε ως κληρονομιά στους επόμενους, φτάνοντας έτσι στο 2012, μια ταινία που φέρει στον τίτλο της τ' όνομά του, ν' αποτελεί δικαιολογημένα είδηση.
Βασιζόμενοι λοιπόν σ' έναν "μύθο" του κινηματογραφικού στερεώματος, οι δημιουργοί του "Χίτσκοκ" σκιαγραφούν τον διορατικό αυτό σκηνοθέτη, μέσα από το πιο αναγνωρίσιμο έργο της καριέρας του, το "Ψυχώ". Ο Alfred Hitchcock, εκτός από την ταύτιση του ονόματός του με το στοιχείο του τρόμου, γεγονός που σφραγίστηκε με την συγκεκριμένη ταινία, έχει μείνει στην ιστορία και για διάφορες εμμονές του, όπως για παράδειγμα την προτίμησή του στις ξανθές πρωταγωνίστριες, τον φετιχισμό του, την αδυναμία του στις σκοτεινές υποθέσεις, το φαγητό, κ.α.. Όλα αυτά σαφώς, δεν θα μπορούσαν να λείπουν από ένα έργο που αποτελεί, εν μέρει, την βιογραφία του, αλλά ταυτόχρονα, εφόσον είναι ευρέως γνωστά, κάτι περισσότερο από μια απλή αναφορά σε όλα όσα τον έχουν χαρακτηρίσει, θα ήταν υπερβολικό.
Έχοντας λοιπόν ως στόχο να παρουσιάσει τον άνθρωπο πίσω από το τιτάνιο όνομα Hitchcock, η ταινία επικεντρώνεται σ' ένα αφανές πρόσωπο στην ζωή του, στον άνθρωπο που πάντα ήταν εκεί να τον στηρίζει και να τον οδηγεί, την γυναίκα του Alma. Η Alma Reville, όντας μια γυναίκα δυναμική κι όχι μια τυπική νοικοκυρά, είχε συμβάλλει, με τον τρόπο της, στην επιτυχία του συζύγου της. Παρόλα αυτά, όπως είναι αναμενόμενο, το όνομά της έμεινε στην σκιά του μεγάλου σκηνοθέτη κι η ίδια στους κύκλους του Χόλιγουντ ήταν γνωστή ως "κυρία Hitch(cock)" κι όχι ως Reville. Ίσως βέβαια, αυτός να είναι κι ο λόγος που ο τίτλος της ταινίας περιορίζεται απλώς στο επώνυμο του ευφυούς δημιουργού, καθώς το περιεχόμενό της δεν αφορά μόνο στον Alfred αλλά και στην Alma.
Αφήνοντας όμως στην άκρη τις ιστορικές και βιογραφικές λεπτομέρειες, οι οποίες είναι κι αυτές που θα ωθήσουν το κοινό να παρακολουθήσει το φιλμ, κι εστιάζοντας στο έργο καθεαυτό, οφείλω να ομολογήσω ότι σε γενικές γραμμές το αποτέλεσμα αυτής της πολυαναμενόμενης παραγωγής είναι συγκριτικά με ό,τι θα περίμενε κανείς αδιάφορο. Πρώτα απ' όλα στην πλειοψηφία της, η ταινία είναι άνευρη, δίνοντας την αίσθηση ότι έχει επαναπαυθεί υπερβολικά στην αναφορά του ονόματος του Alfred Hitchcock. Έπειτα τα σκηνικά που έχουν χρησιμοποιηθεί, θυμίζουν τις ταινίες της εποχής, στις οποίες τα πάντα ήταν καθαρά κι αστραφτερά, κάτι που μπορεί να λειτουργεί για τα σπίτια και τα σκηνικά εντός του στούντιο, αλλά όταν στην ίδια κατάσταση παρουσιάζονται τα πολυκαιρισμένα πλατό της Paramount, τότε το "πεντακάθαρο", παραπέμπει στο "ψεύτικο".
Το ίδιο ακριβώς ισχύει και για το πολυσυζητημένο μακιγιάζ των ηθοποιών. Σαφώς κι είναι αδύνατον ο Anthony Hopkins να μεταλλαχθεί, με μαγικό τρόπο, σε Alfred Hitchcock, γεγονός που περιορίζει αρκετά τις επιλογές των υπευθύνων. Έτσι από την επιλογή ενός ασήμαντου σωσία ή τη δημιουργία ενός πλήρως παραμορφωμένου προσώπου, που δεν θα μπορεί να εκφραστεί στο ελάχιστο, οι αρμόδιοι έχουν κάνει ό,τι περνά απ' το χέρι τους για να μοιάσει κάπως ο Hopkins στον Hitchcock. Η προσπάθεια αυτή βέβαια, αγγίζει τα όρια της παραμόρφωσης, κάνοντας το θέαμα ελάχιστα πειστικό κι αρκετά κωμικό, καθώς ο Hopkins καταλήγει να θυμίζει, εκτός από Hitchcock, και λίγο Dani DeVito ως Πιγκουίνο στο "Ο Batman επιστρέφει".
Όσον αφορά τις ερμηνείες τώρα, όλοι οι ηθοποιοί είναι προσεκτικά επιλεγμένοι και συνεπώς πάρα πολύ καλοί, χωρίς όμως κάποιος εξ αυτών να εκπλήσσει θετικά ή αρνητικά. Οι Anthony Hopkins κι Helen Mirren δεν θα μπορούσαν να είναι κάτι λιγότερο από πειστικοί στους ρόλους τους, όπως επίσης κι η επιλογή της Scarlett Johansson για την ενσάρκωση της Janet Leigh δεν θα μπορούσε να είναι καταλληλότερη.
Συνεπώς, ο "Χίτσκοκ" είναι μια ταινία αρκετά κατώτερη από το αναμενόμενο, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει ότι απέχει πολύ από τον χαρακτηρισμό "καλή". Επίσης, μια ταινία που αναφέρεται σε ένα τέτοιο όνομα και που θα ξυπνήσει, άθελα ή ηθελημένα, αναμνήσεις από διάφορα έργα του, πιστεύω είναι αδύνατον να απογοητεύσει πλήρως το χιτσκοκικό κοινό. Γι' αυτόν τον λόγο όσοι την αναμένατε πώς και πώς, μην περιμένετε να δείτε το αριστούργημα της χρονιάς, αλλά μια συμπαθητική, σχεδόν καλή κι ευχάριστη ταινία.

Βαθμολογία: 2,5/5

Τα σχετικά
Αμερικάνικο βιογραφικό δράμα του 2012, βασισμένο σε βιβλίο του Stephen Rebello, σε σενάριο του John J. McLaughlin και σκηνοθεσία του Sacha Gervasi, διάρκειας 98 λεπτών, με βασικούς πρωταγωνιστές, τους Anthony Hopkins, Helen Mirren, Danny Huston, Scarlett Johansson, Jessica Biel, James D'Arcy, Michael Wincott και Toni Collette.

Οι σύνδεσμοι
Trailer
Imdb
Rotten Tomatoes